αδικαιολογήτως παρών στην εργασία
aδikeoloγi΄tos paro΄n stin erγasi΄a
presenteism
πρεζεντίεσμ
Ερμηνεία:
Πρόκειται για κάποιον εργαζόμενο που αρνείται να κάνει χρήση της κανονικής ή αναρρωτικής αδείας αδείας, που δικαιούται νομίμως.
Η πρακτική του να πηγαίνει κανείς στην εργασία του παρά το γεγονός ότι είναι ασθενή ή ανήμπορος.
Το να εργάζεται κανείς εκουσίως για μεγάλο χρονικό διάστημα παρά τη λήξη του κανονικού ωραρίου εργασίας του.
Ετυμολογία:
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:
Health risk factors associated with presenteeism in a Chinese enterprise. Yu J, Wang S, Yu X. Occup Med (Lond). 2015 Jul 28. pii: kqv115.
Presenteeism is a better predictor of sick leave than BASDAI and BASFI in a cohort of patients with ankylosing spondylitis. Tran-Duy A, Nguyen TT, Thijs H, Baraliakos X, Heldmann F, Braun J, Boonen A. Arthritis Care Res (Hoboken). 2015 Jul 20. doi: 10.1002/acr.22655.
Συνώνυμα:
Δείτε σχετικές φωτογραφίες της Google »
© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Ωτορινολαρυγγολόγος, Οδοντίατρος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Άλλες λέξεις στην κατηγορία Ιατρική της εργασίας:
|